Αγροτικές επιδοτήσεις
Θυμάμαι ένα περιστατικό έντονα εδώ και πολλά χρόνια τότε που ο Σημίτης ήταν πρωθυπουργός, δεύτερο μισό της δεκαετίας του 90.
Μόλις είχαν ξεκινήσει οι πρώτες εθνικιστικές κορώνες με το πρόσχημα της ασφάλειας/ ανασφάλειας.
Σε κάποιο χωριό της ελληνικής επαρχίας είχε γίνει ένα έγκλημα, οι δράστες ήταν αλλοδαποί και το φυτίλι άναψε. Ξεσηκώθηκαν οι καμεραμεν και οι ρεπόρτερ των ΙΕΚ να περιδαιβαίνουν την ελληνική επαρχία για να ερευνήσουν τον πόνο, τον φόβο και την κατάντια της σύγχρονης ελλάδας. (ναι με μικρό, κάνω ορθογραφικά από τη βιαστική μου δακτυλογράφηση συχνά πυκνά, αυτό είναι από τα σκόπιμα).
"Φοβόμαστε μη μας κλέψουν, φοβόμαστε μη μας σκοτώσουν"
(Το φόβο τον κατανοώ, και τον άνθρωπο που ζει και δρα κάτω από αυτόν τον λυπάμαι και τον συμπονώ, ξέρω πως είναι να φοβάσαι)
Αγρότες με τα "πρόσωπα ψημένα από τον ήλιο και τα χέρια ροζιασμένα από τη δουλειά" να επιδεικνύουν κυνηγετικές καραμπίνες "Μ'αυτές κοιμόμαστε κάτω από το μαξιλάρι μας" και σιδερόφρακτα παράθυρα: "Αφού δεν κάνει κάτι το κράτος για εμάς, θα το κάνουμε μόνοι μας για τις οικογένειες μας και τις κόρες μας" (κλασικός ο φόβος του έλληνα μυστακοφόρου μην του πηδήξει την κόρη κανένας αλλόθρησκος).
Στην αρχή αναρωτήθηκα μήπως έχουν δίκιο. Όταν φοβάσαι και θες να υπερασπιστείς τα δικά αναφαίρετα δικαιώματα, τον κόπο σου και βλέπεις ότι είσαι μόνος σου, μπορεί να κάνεις και πράγματα φρενιασμένα, ασυλλόγιστα, με τα δόντια σφιγμένα και τα αυτιά βουλωμένα.
Μετά πρόσεξα πως οι αγρότες και οι αγρότισες κατονόμαζαν πάντα τους δράστες ως "ξένους, μάλλον Αλβανούς". Κάποια σύναψη στο μυαλό μου λειτούργησε άμεσα και ήρθε στη σκέψη μου ένα διήγημα του Edgar Allan Poe, " The Murders in the rue Morgue". Έγινε ένα εξαιρετικά ειδεχθές έγκλημα και υπήρχαν άφθονοι αυτήκοοι μάρτυρες. Κάποιος αναγνώρισε πως ο δράστης μιλούσε γερμανικά ενώ ο ίδιος δεν τα μιλούσε. Σε κάποιον ακούστηκαν σαν ρωσικά, αλλά ακούστηκαν γιατί λέξη δεν ήξερε να αρθρώσει και να διαβάσει κ.ο.κ. Τελικά ο δράστης ήταν ένας ουρακοτάγκος που ούρλιαζε και έσφαξε δυο γυναίκες με ένα ακονισμένο ξυράφι που του γυάλισε στο μάτι.
Ξαφνικά, όλοι οι εγκληματίες στα τέλη του '90 μίλησαν Αλβανικά.
Ξαφνικά, το κράτος ενδιαφέρθηκε να ξαμολύσει αστυνομικούς σε "επιχειρήσεις σκούπα" ( μην κάνεις πως δεν θυμάσαι) και να μαζεύει τους παρανόμους 50-50 σε λεωφορεία για την Αλβανία .
Ξαφνικά, οι αγρότες ξαναβγήκαν στα κανάλια "Ε, μπορεί να γίνει σε κανένα μήνα το ξεκαθάρισμα; Τώρα μαζεύουμε τις ελιές".
Δεν αναφέρθηκε καμία σύλληψη αγρότη.
Μόλις είχαν ξεκινήσει οι πρώτες εθνικιστικές κορώνες με το πρόσχημα της ασφάλειας/ ανασφάλειας.
Σε κάποιο χωριό της ελληνικής επαρχίας είχε γίνει ένα έγκλημα, οι δράστες ήταν αλλοδαποί και το φυτίλι άναψε. Ξεσηκώθηκαν οι καμεραμεν και οι ρεπόρτερ των ΙΕΚ να περιδαιβαίνουν την ελληνική επαρχία για να ερευνήσουν τον πόνο, τον φόβο και την κατάντια της σύγχρονης ελλάδας. (ναι με μικρό, κάνω ορθογραφικά από τη βιαστική μου δακτυλογράφηση συχνά πυκνά, αυτό είναι από τα σκόπιμα).
"Φοβόμαστε μη μας κλέψουν, φοβόμαστε μη μας σκοτώσουν"
(Το φόβο τον κατανοώ, και τον άνθρωπο που ζει και δρα κάτω από αυτόν τον λυπάμαι και τον συμπονώ, ξέρω πως είναι να φοβάσαι)
Αγρότες με τα "πρόσωπα ψημένα από τον ήλιο και τα χέρια ροζιασμένα από τη δουλειά" να επιδεικνύουν κυνηγετικές καραμπίνες "Μ'αυτές κοιμόμαστε κάτω από το μαξιλάρι μας" και σιδερόφρακτα παράθυρα: "Αφού δεν κάνει κάτι το κράτος για εμάς, θα το κάνουμε μόνοι μας για τις οικογένειες μας και τις κόρες μας" (κλασικός ο φόβος του έλληνα μυστακοφόρου μην του πηδήξει την κόρη κανένας αλλόθρησκος).
Στην αρχή αναρωτήθηκα μήπως έχουν δίκιο. Όταν φοβάσαι και θες να υπερασπιστείς τα δικά αναφαίρετα δικαιώματα, τον κόπο σου και βλέπεις ότι είσαι μόνος σου, μπορεί να κάνεις και πράγματα φρενιασμένα, ασυλλόγιστα, με τα δόντια σφιγμένα και τα αυτιά βουλωμένα.
Μετά πρόσεξα πως οι αγρότες και οι αγρότισες κατονόμαζαν πάντα τους δράστες ως "ξένους, μάλλον Αλβανούς". Κάποια σύναψη στο μυαλό μου λειτούργησε άμεσα και ήρθε στη σκέψη μου ένα διήγημα του Edgar Allan Poe, " The Murders in the rue Morgue". Έγινε ένα εξαιρετικά ειδεχθές έγκλημα και υπήρχαν άφθονοι αυτήκοοι μάρτυρες. Κάποιος αναγνώρισε πως ο δράστης μιλούσε γερμανικά ενώ ο ίδιος δεν τα μιλούσε. Σε κάποιον ακούστηκαν σαν ρωσικά, αλλά ακούστηκαν γιατί λέξη δεν ήξερε να αρθρώσει και να διαβάσει κ.ο.κ. Τελικά ο δράστης ήταν ένας ουρακοτάγκος που ούρλιαζε και έσφαξε δυο γυναίκες με ένα ακονισμένο ξυράφι που του γυάλισε στο μάτι.
Ξαφνικά, όλοι οι εγκληματίες στα τέλη του '90 μίλησαν Αλβανικά.
Ξαφνικά, το κράτος ενδιαφέρθηκε να ξαμολύσει αστυνομικούς σε "επιχειρήσεις σκούπα" ( μην κάνεις πως δεν θυμάσαι) και να μαζεύει τους παρανόμους 50-50 σε λεωφορεία για την Αλβανία .
Ξαφνικά, οι αγρότες ξαναβγήκαν στα κανάλια "Ε, μπορεί να γίνει σε κανένα μήνα το ξεκαθάρισμα; Τώρα μαζεύουμε τις ελιές".
Δεν αναφέρθηκε καμία σύλληψη αγρότη.
Σχόλια
@Krot, σε ευχαριστώ :D
Περαν των αστειων τα κειμενα σας ειναι πολύ καλά μανδάμ.Αν ζουσαμε σε αλλη χώρα θα μπορούσατε να ζείτε απο αυτά
από το 85 άρχισε το χάιδεμα.. αλλά από το 96 μας πήρε και μας σήκωσε.. καλά οι αγρότες.. επωφελήθηκαν αλλά δεν ωφελήθηκαν.. κακόμαθαν.. γιατί για κάποιο λόγο έπρεπε να εξαφανισθούν.. :):)
αχ διάβασα και προς τα πίσω και κόλλησα στο ροζ με καλαθάκι.. :):)
την καλημέρα μου και καλως σας βρήκα (;).. :):)
παπα η ζωή μας κύκλους κάνει.. :):)
πηγα στην kwlogria πήγα στην ξεχασμένη tanila βρέθηκα εδώ.. έπαιται συνέχεια.. :):)
(ΩΣΗΕ;; ουάααααααααααου, καλώς ήρθες!!!)
την καληνύχτα μου :):)